Ξυπνησα μ' εναν οξυ πονο
στις μυτες των ποδιων.
Δίκαια υποθέτω.
Με ειδαν, λεει, χθες.
Κάτι σαν χορό.
Κάτι σαν υπόσχεση.
Κάτι σαν ζύγισμα.
Εγώ απλώς απέφευγα
-επιδεξια όπως πάντα-
τις λείες επιφάνειες.
'Μην κοιμασαι με τα παππουτσια'
'Ρισκάρεις πολύ'
Ανοησιες.
Το κανω χωρίς επιπτώσεις, τόσα χρόνια.
Ο τσαγκάρης με στεναχωρησε,
δεν κραταγε στα χέρια του
εργαλεια
μονο μια διαγνωση
κι αγνοησε επιδεικτικα
την ευθραυστη ιδιοσυγκρασία μου.
'Δε φτιάχνονται', είπε.
'Αυτα τα πόδια παραείναι μεγάλα'
'Ψήλωσες'.
Μα είμαι 32.
Δεν ψηλώνω.
Μονο η σκιά μου μεγαλώνει
κι αυτο όταν κοιταζω καταματα τον ηλιο,
δηλαδη σπανια.
Τα παππουτσια αυτα
ηταν --οσο να 'ναι-- φιλοι μου.
Εγω τα φορουσα
και εβρισκα ισορροπια
στο να αναγκαζω τα παντα
να παρεμένουν ιδια.
Και σε εκεινα αρεσε να τα φοραω
ακόμη και στον ύπνο,
τους αρεσε να ζουν ως ανθρωποι
επειδη αν εισαι παππουτσι
χωρις ποδι μεσα σου
απαγορευεται να αποζητάς
ενσαρκωση, βουληση κι ολοκληρωση.
Τι θα κάνω χωρις αυτά;
Φοβαμαι.
Οχι μονο το γλίστρημα.
Ουτε τον πόνο της πτώσης του.
Ούτε την τιμώρια μου φοβαμαι.
Ουτε καν τον πόνο της ίδιας της αλλαγής.
Πιο πολύ φοβάμαι, μήπως μια μερα
βγάλω τα παππουτσια
δω τα πέλματα μου
και δεν τ' αναγνωρίσω.
Δεν μ'αρεσει να μαι εγω
αυτος που
προσαρμοστηκε.
Τι θα κάνουν κι αυτά χωρίς εμένα;
Λενε πως όσους λατρευουν τα παππουτσια
τους βαζουν να ελλισσονται με γυμνα πόδια
πανω σε γυαλινη πιστα
κι οταν αναποφευκτα σκονταψουν
και σκισουν τα ακρα τους
επαναλαμβανουν ρυθμικα
"Ποσο εύκολα αλλαζει ενα σκίσιμο πέλματα και παππουτσια".
Ετσι αφαιρειται η εκ νεου
πιθανοτητα υποτροπης.
Κι εκεινα τα δυσμοιρα παππουτσια
τα κρεμανε με δεμενα κορδονια
σε καλωδια ρευματος
κι ο ανεμος παιζει με τη θεση τους
ποτε δω - ποτε κει
μια μονιμη ασταθεια
ως παραδειγματισμο.
Τελικα εμαθα μετα απο χρονια
απο εκεινον μες τον οχλο
που γελασε τελευταιος
με την καταληξη μου
ο τσαγκαρης με προδωσε
φοβηθηκε λενε τη συνεργεια,
εγω λεω ζηλεψε
που δεν τον χρειαζομουν.
Πέμπτη 17 Ιουλίου 2025
Πελματα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου