Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2024

Χρωστούμενα

Το φώναξαν δεκα εκατομυρια φορές
κι άλλες τόσες το
ψιθυρισαν
η πλάνη του να μην σ'αναγνωριζουν
βαφτιστηκε ανωνυμία.

Μα ειναι στ'αληθεια
το καταφυγιο
κάτω απ' την γνωση
πως μπορεις να υπαρχεις
για τον εαυτό σου.


Πέρα απ' τους οικείους αυτούς τοίχους,
τ' όνομα μου αντηχεί,
διαρκής συμβιβασμός από την γεννά.

Η τύχη μου φτιαγμένη από χαρτί,
συμπληρωμένο μ' οδηγίες χρήσης ξένες.
Χαράξανε μια αλήθεια πάνω μου
χωρις να με ρωτήσουν.

Σήκω, κάτσε, ρωτά,
μάθε
, ζήσε, ψόφα
.

Αυτοί οι απρόσκλητοι αποψε
ήρθανε για μένα.
Ξέρουν όνομά, επίθετο και κτητική αντωνυμία,
τα
φωνάζουν δυνατά σαν διαταγή,
τα
χουν στρεβλώσει.
Ενέχυρο τους είναι, κοινό τους νόμισμα
για αποφάσεις μιας ζωής
που ακόμα τους χρωστάω.

Τούτο το σώμα οσο πιο αργά φθείρεται
τοσο πιο ακριβα θα κοστισει, είπανε.
Όσο πιο ακριβό το κρέας μου
τόσο πιο άσχημο θα καταντήσει, απάντησα.
Το άσχημο δεν τρώγεται εύκολα
όταν κοιτάς αυτό που καταπίνεις.
Kοιτω στα ματια
το στομα που ανοιγει.

Tρέχω να προλαβω, να βάλω τα πάντα σε σειρά
να 'εξελίχθω', να ξεχρεώσω
μα καταλήγω απλώς να μεγαλώνω.
Καμία παρηγοριά σε τουτο το μικροκοσμο
για ένα μυαλό ανίκανο να φανταστεί την επιβίωση του.

Κλειδώνω την εξώπορτα,
αρνούμενος κάθε αντίπαλη αλήθεια.
Ο συρτής γλιστρά στην θέση του, κουμπώνει σφιχτά.
Τα τρεμάμενα μου δάχτυλα, πατούν τον διακόπτη
αναβοσβηνουν το συνθετικό φως του διάδρομου,
μέχρι να επανακτήσω τον έλεγχο. *

Μία, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε,
πνίγω το παλιό
έξι, εφτά, οκτώ, εννιά, δέκα
κρατω στα χειλη μου,
ενα όνομα καινούριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου