Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2023

Η καρδιά της χρυσαλιδας

Αν είναι να κάνεις κάτι, τότε κάν' το για πάντα.
Όσα δεν έχουν διάρκεια, δεν συνέβησαν ποτέ.
Στριφογυρνάνε μονάχα γύρω από τον εαυτό τους,
χάνονται σπασμωδικά στο κοσμικό κενό,
υποκύπτοντας στους νομούς της εντροπίας.

Ανάμεσα μας, μια νεογέννητη χρυσαλιδα, σπαρταρά.
Χωρίς όνομα και πρόσωπο,
χωρίς αλήθεια και ταυτότητα,
μονάχα δυνητική ενέργεια.

Οτιδήποτε είναι καλύτερο από το τώρα, τελικά.
Τελικά μπορείς να πεθάνεις και πρώτου σαπίσεις,
τελικά λέω, ο θάνατος ήταν πάντα
η παρακολούθηση της ζωής σε τρίτο πρόσωπο.

Στο κέντρο της, βρίσκεται μια μάζα
που αντί να δίνει ρυθμό σε ένα πένθος που έπεται, δίνει λύσεις.
Η τεράστια καρδιά της υπόσχεται, πως αφού διαλυθούμε,
θα μας ταξιδέψει αλλού.

Όλα τα ωραια
βρίσκονται παντα
καπου αλλού
.


Όσοι πεθαίνουμε, δεν χανόμαστε,
καταρρέουμε απλώς σαν αστέρια νάνοι.
Δεν βρισκόμαστε κατευθείαν στο κοσμικό κενό.
Υπάρχει μια στιγμή,
που
κρατά μερικά εκατομυρια χρόνια
οπού το φως μας διαστελεται παντού.

Φαινόμαστε
ενω δεν υπάρχουμε
κι αυτο με ζεσταινει
περισσοτερο απο την σκεψη
οποιασδηποτε δωσμενης αθανασιας.

Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2023

Τα πόδια της κάμπιας

 
Παιδί ακόμα, θυμάμαι πως ο φόβος που ξεχώριζε περισσότερο απ'τους άλλους,
ήτανε πως στον θάνατο, το σωμά μας πονάει.
Τώρα πια ο φόβος μου εξελίχθηκε,
τώρα πια φοβάμαι πως πιο πολύ απο το σώμα,
πονάει και κάτι άλλο                                       
που ούτε το βλέπω ούτε μπορώ να το αγγίξω.

Αγκαλιασμένοι μες το κουκούλι μας,
αναμεσα σε χώμα κι ουρανό, φύλλα και αστρα
παραδιδομαστε ανήμπορα στις ασταμάτητες πλανητικές περιστροφές.
Τα κοντά μας πόδια,
δεν φτιάχτηκαν με την προοπτική της διαφυγης.

Τότε αποφάσισες, χωρίς να μου πεις λέξη,
πως δεν μπορεις να αγαπήσεις αληθινά       
μια ζωή που τελειώνει.
Πιο εύκολη, είναι η λάμψη των αστεριών 
ακόμη κι αν είναι στα αλήθεια,                     
ενας απειρος θάνατος,                                   
που αργησε μερικά εκατομμυρια χρονια.

Δεν στο 'πανε ακόμη
πως οσα λάμπουν δεν υπαρχουν πια                 
κι όταν κοιτάς ψηλά βλεπεις παγίδες;
Ο ουρανός που αγκάλιαζε το όνειρο μας,
τώρα κρύβει μόνο πτώματα.
Εσυ, μ' ένα άγγιγμα αλήθειας πάγωσες,
ασχημυνες αποτομα.
Και το ονειρο για απόδραση                 
ασχημυνε κι αυτο.

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2023

Τα φτερά της πεταλούδας

Καλά δεν ήτανε τόσο καιρό που πέθαινα και το χα ξεχάσει;
Έπρεπε να έρθεις και να μου το θυμήσεις;
Επρεπε τα μάτια σου να πέσουν πάνω στα μάτια μου
και τα μάτια μου πάνω στην ανάγκη σου να πεθάνουμε μαζί;

Πες μου εκεινο το σημαντικό,
που εκρυψες μεσα σου όταν είμασταν μικρά,
πες το τωρα που οι παιδικες μας φωνές γίνανε ενηλικες
τώρα που βγαίνουν σε νότες χαρούμενες
μονάχα όταν κοινωνούμε οτιδήποτε αλλο εκτός από ανθρώπους.

Είμαστε τόσο διαφορετικοί μεταξύ μας
που ενώ κοιτάζουμε το ίδιο πράγμα
εγώ βλέπω πάντα το κουφάρι της κάμπιας
ενω εσυ τα φτερα της πεταλούδας.

Ισως αυτο να 'ναι ο θάνατος για σένα.
Ενα πολυχρωμο τίναγμα που θα κάνεις.
Ένα εύκολο χορευτικό
με τα ακρα της πλάτης σου
για να συνεχίσεις.

Αδιαφορώντας για τ' οτι πρώτα κάποιος πρέπει να σαπίσει.

Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023

Κελυφος ραγισμενο ΙΙ

Ισως και να μην ήταν πάντα έτσι.
Πρωτου οι πρώτες ρωγμές αρχίσουν να ροκανιζουν την σαρκα μου,
πρωτού ξεκινήσουν να χάρασσουν αυτόν τον ακορεστο θόρυβο μέσα μου, 
θυμάμαι πως αρνούμουν να πιστέψω πως πεθαίνω.

Κάποτε ίσως ήξερα να Το αγαπαω, ίσως  ήξερα να Με αγαπάω,
τοσο πολύ  που αντι να μιλαω για φοβο μιλουσα μονο για σιγουρια.
Σιγουριά πως Αυτό θα είναι για πάντα μέσα μου, καταδικασμένο να με κρατά ζωντανό,
να καίγεται στο βωμό της λαχταρας μου,  του να λάμψω απότομα κι απότομα να σβήσω.
Σιγουριά πως τα πραγματα δεν μπορούν να αλλάξουν, εφόσον ποτέ τους δεν ήταν ίδια.

Ένα πράγμα μοναχα ειναι σίγουρο πια.
Οι ρωγμες πάνω μου βαθαίνουν.
Όχι απο μόνες τους, αυτό είναι αδύνατον.
Απο την μία πλευρά είμαι εγώ, κι απο την άλλη,
ό λ ο ι   ο ι   ά λ λ ο ι.
Φίλοι και παρέες, έρωτες και ξεπετες,
αδέρφια και συγγενεις, γνωστοί, περαστικοι,
ανθρωποι με χέρια μακρυά που απλώνονται να αρπάξουν
λιγο απο Αυτό που με κοπο το έκανα δικό μου.

Οταν λοιπον θα μ'ακουσεις να μιλάω για το Χρόνο,
δεν μιλάω για τα ρολόγια που εφήυραμε για να μετρούν αντίστροφα.
Μιλάω για τους Άλλους, αυτούς που τα κάνουν να γυρνούν.
Ολοι μαζι, τραβάμε τις ρωγμές μου δυνατά,
μέχρι να σπάσουμε εντελώς τον εαυτο μου. 


Τρίτη 22 Αυγούστου 2023

Κέλυφος ραγισμένο Ι

Ι

Βουητά αντιλαλούν μέσα σ'όλόκληρο το κούφιο κορμί μου,
απο τα πέλματα μεχρι την κορυφη και πάλι πίσω.
Τρυπώνουν απο παντού χωρίς την αδεια μου,
πεινασμένα να πάρουνε την θέση μου.

Βουητά αρχίζουν και συνωστίζονται.
Συγχρονιζονται ψάχνοντας να πονέσουν εκεινο το τρωτό σημείο,
που 'χω κρύψει το πιο αληθινο μου κομματι.
Το Είναι στεκει μόνο, παγιδευμενο.
Εγώ το βρήκα, εγώ Το παγίδευσα, εγώ επινόησα την μοναξια Του
και μέσα μου αποφασισα πως δεν χωρούσε τίποτε άλλο.

Δεν ξέρει πολλά για μένα, δεν του επιτρεπω να ξέρει,
το ονομα μου μοναχα του χω μαθει να συλλαβιζει.
Δεν ξερει να αντιδράσει ούτε στα βουητα ούτε στο ακουσμα τους. 
Δεν ξερει πως να ξαναφτιάξει την σιωπη της γεννας του, που το κρατούσε ασφαλες, 
κι ας εχουν πια αρχίσει να στριμώχνονται όλα ασφυκτικα πλάι του.
Αυτό, ξέρει μονο να ψελιζει:
"Φυ-λα-κη".

Κάθε φορά που προσπαθώ να καταλάβω τι συμβαινει, αποτυγχάνω.                                 
Δεν ειναι  ότι έχασα ξαφνικά τον έλεγχο,      
η αλήθεια είναι πως ποτέ μου δεν τον είχα.
Η απουσία του ελέγχου έλεγα,
πως είναι η καλύτερη μορφή του,
το φώναζα, με μια πίστη σχεδον θρησκευτική, αδιάβλητη.
Η φωνή μου που κάποτε Το ξεγέλασε,           
η φωνή που κάποτε με βοηθησε να Το παγιδευσω,
κουβαλώντας την αλαζονεία της αλήθειας μου
βγαινει τώρα ένα ψέμα.

Βουητά πολλά μαζί, κοντοζυγωνουν.
Πάλλονται και ταξιδεύουν στον αέρα, ταξιδεύουν προς τα μένα.
Αυτοκλητα, απροσκλητα.
Συγχωνευονται σε μια αμορφη φασαρια, μια κραυγή που μας πατάει κι εμένα κι Αυτό,
μας λιωνει σαν τροφή, για να σιτιστει και να μεγαλώσει.
Καταπίνοντας μας ολοκληρους, σταδιακά μας λιγοστεύει.
Κι οτι περισσεψει στο τελος
δεν θα ναι αρκετο για να με θυμιζει.
Ότι περισσεψει στο τέλος
δεν θα μαι εγω.

Δεν μπορώ να Το βοηθήσω.
Δεν μπορω να με βοηθησω.
Καλά να πάθω.
Βουητα αντιλαλουν, γίνονται κραυγές,
κραυγές εισβάλουνε αχόρταγες, με λιωνουν,
με κανουνε τροφη εύπεπτη για αυτές και για νεα βουητα.
Ονειρεύονται να μεγαλώσουν όλα τους μέσα μου, μέχρι να μην χωράνε καθόλου 
σε μια ύπαρξη όπου η συνέχιση κι η επαναληψη της
είναι χειρότερη από το τέλος της.

Βουητα, κραυγές και στην μέση εγώ,
εγω που αφου δεν με γέμισα με ζωή, 

η ζωή με γεμίζει με θόρυβο.

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2023

Ποιος πραγματικά σε ξέρει;

Όλα πια μοιάζουν τόσο μακρινά. 
Ολα πια μοιάζουν μεταξύ τους.
Εικόνες και χρώματα, γέλια και δάκρυα, φωνές και λυγμοί.
Όλα είναι ίδια, μετράπηκαν βίαια στο ίδιο άμορφο πράγμα,
καθώς όλα τώρα ζόυνε μαζί στο παρελθόν.
Όσο μεγαλωνει το παρεθλον μου, η ζωη μου μικραίνει.
Από το βάθος μια φωνή αναρωτιέται:
"Ποιος πραγματικά σε ξέρει;"
Απλώνονται δύο χέρια πάνω μου,
μια αγκαλιά που τόσο χρειαζομουν. 
Θα ρωτούσε κάτι τέτοιο μια φωνή που με ξέρει στ'αλήθεια;
Ανοίγω τα μάτια και βλέπω πάλι το κενό
και πίσω του το κενό δωμάτιο. 
Κι ενω ακομη ολα φωτιζονται, παιρνοντας αργα την μονότονη μορφη τους,
συνειδητοποιώ πως η αγκαλιά ήτανε ένα σφίξιμο στο στήθος, 
που χρόνια τώρα μου χουνε χρεωσει.
Ένα σφίξιμο που δεν χρειάζομαι, μα ακόμα ξεπληρώνω.
Δεν πειράζει, τωρα πια το χω συνηθισει.

"Ποιος πραγματικά σε ξέρει;",
ακούγεται καθαρά, αυτή τη φορά απο κάποιο άλλο σημείο του σπιτιού.
"Δεν ξέρω", απαντώ.
Λάθος απάντηση.
Ακολουθώ την φωνή στο άλλο δωμάτιο.
Κι αυτο κενο ειναι.
Όσο πιο κενό είναι ενα σπίτι, τόσο πιο μεγάλο, τα σπίτια μας μεγαλώνουν μαζί μας και μας μοιάζουν, με το χρόνο.
Τουλάχιστον δεν είμαι μόνος, υπάρχει η φωνή, σκέφτομαι κι απαντάω ξανά:
"Δεν ξέρω, γιατί δεν ξέρω ούτε εγώ ο ίδιος ποιος είμαι".
Κάποτε με πείραζε που δεν ήξερα, με πείραζε που δεν μπορούσα να μάθω,
τώρα σκέφτομαι πως ίσως να είναι καλύτερα έτσι.
Να μην ξέρω.
Φοβάμαι πάρα πολύ να με γνωρίσω.

Κανείς δεν απαντά.
Δεν θυμάμαι πόσο χρονών ήμουνα
όταν η φωνή σταμάτησε να ρωτάει.
Δεν θυμάμαι να ρωτάει ποτέ της κάτι άλλο.
Δεν θυμάμαι πια την φωνή.
Μοναχά την ερώτηση.
Αξίζει να θυμάσαι το παρελθόν, αν δεν μπορείς το θυμάσαι ολόκληρο;

Απλώνω δύο χέρια να αγκαλιάσω κάτι, οτιδήποτε, μα όλα είναι μακρυά.
Όλα φαντάζουν τόσο μακρινά,
ολα έχουνε γίνει πια τόσο ίδια.
Ποιος πραγματικά με ξέρει;